κηρύκειο

κηρύκειο
Σύμβολο του θεού Ερμή. Επρόκειτο για το ραβδί που κρατούσαν στα χέρια τους οι κήρυκες της αρχαιότητας, κατά τη διάρκεια άσκησης των καθηκόντων τους. Το κ. των κηρύκων ήταν ένα ξύλο που είχε από τις δύο πλευρές δύο φίδια μπλεγμένα και αντιμέτωπα. Στις διάφορες παραστάσεις το κ. απεικονίζεται είτε ως απλό ποιμενικό ραβδί (γκλίτσα) είτε ως σκήπτρο. Το τελευταίο καθιερώθηκε να φέρεται από τους κήρυκες στην εκτέλεση των καθηκόντων τους, στις αγορές και στις συνελεύσεις. Ο Ερμής, που ήταν αγγελιαφόρος των θεών του Ολύμπου, έγινε και προστάτης των κηρύκων. Εμφανιζόταν να κρατά μια χρυσή μαγική ράβδο (την κηρυκίνη), που έκανε τους ζωντανούς να ονειρεύονται, να αποκοιμούνται ή να ξυπνούν. Με αυτή επίσης οδηγούσε τους νεκρούς στον Άδη, έχοντας στην περίπτωση αυτή την ιδιότητα του ψυχοπομπού.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κηρύκειο(ν) — το (ΑΜ κηρύκειον, Α ιων. τ. κηρυκήϊον, δωρ. τ. καρύκειον) βλ. κηρυκειος …   Dictionary of Greek

  • κηρύκειο — το το ραβδί του κήρυκα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • άινος — I Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία πόλη της Θράκης (την αναφέρει ο Όμηρος) στις εκβολές του Έβρου, στην τουρκική σήμερα όχθη του. Φαίνεται πως πριν ακόμα από τη μυκηναϊκή εποχή είχε αποικιστεί από Αιολείς της κυρίως Ελλάδας και των νησιών. Τα… …   Dictionary of Greek

  • αίνος — I Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία πόλη της Θράκης (την αναφέρει ο Όμηρος) στις εκβολές του Έβρου, στην τουρκική σήμερα όχθη του. Φαίνεται πως πριν ακόμα από τη μυκηναϊκή εποχή είχε αποικιστεί από Αιολείς της κυρίως Ελλάδας και των νησιών. Τα… …   Dictionary of Greek

  • αινός — I Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία πόλη της Θράκης (την αναφέρει ο Όμηρος) στις εκβολές του Έβρου, στην τουρκική σήμερα όχθη του. Φαίνεται πως πριν ακόμα από τη μυκηναϊκή εποχή είχε αποικιστεί από Αιολείς της κυρίως Ελλάδας και των νησιών. Τα… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Δήλου — Το Μουσείο της Δήλου αποτελεί μοναδικό φαινόμενο. Eίναι ένα από τα σημαντικότερα μουσεία της Eλλάδας, και όμως βρίσκεται σ’ ένα άγονο και ακατοίκητο νησί. Στο νησί, όπου σήμερα δεν επιτρέπεται η διανυκτέρευση παρά μόνο στους φύλακες του… …   Dictionary of Greek

  • Caduceo — Caduceo. Caduceo es un vocablo de origen griego (κηρύκειο) que significa vara de olivo adornada con guirnaldas . En la mitología romana esta vara era llevada por los heraldos o mensajeros como Mercurio, pero es importante dios del comercio. La… …   Wikipedia Español

  • Ερμής — I Ένας από τους θεούς του ελληνικού Δωδεκάθεου. Σχετίζεται με την ιδιαίτερη σφαίρα του χαώδους, του πρώτου δηλαδή στοιχείου της κοσμογονίας, με την έννοια ότι ήταν έξω από τον νόμο (προστάτευε τους κλέφτες και ήταν και ο ίδιος κλέφτης), έξω από… …   Dictionary of Greek

  • ίρις — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν κόρη του Θαύμαντα και της Ωκεανίδας Ηλέκτρας και εκτελούσε χρέη αγγελιαφόρου των θεών, ιδιαίτερα του Δία και της Ήρας. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ήταν αδελφή της Άρκης που είχε τιμωρηθεί από τον Δία επειδή είχε βοηθήσει τους …   Dictionary of Greek

  • δράκοντας — Βλ. λ. Δράκων. * * * και δράκων και δράκος, ο (θηλ. δράκαινα και δράκισσα και δρακόντισσα, η) (AM δράκων Μ και δράκος, θηλ. δράκαινα) Ι. δράκοντας και δράκων (AM δράκων) 1. τεράστιο μυθικό φτερωτό ερπετό 2. οποιασδήποτε μορφής υπερφυσικό τέρας 3 …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”